Στο άρθρο αυτό προτείνω έναν ακόμη τρόπο με τον οποίο η ιδιωτική επιχειρηματική πρωτοβουλία θα μπορούσε να αποβῄ πολύτιμη για την υπόθεση της αρχαιολογίας στην Ελλάδα.
Η ιδέα φυσικά δεν είναι δική μου ούτε είναι κάτι το εξαιρετικά ευφυές. Τόσο περισσότερο λοιπόν απορώ γιατί σε μια χώρα με την αρχαιολογική παράδοση της Ελλάδας, το επιστημονικό δυναμικό και την βέβαιη τουριστική πελατεία δεν έχει δημιουργήσει κανείς μια πρότυπη αναπαράσταση αρχαίας πόλης, με την αγορά της, τους ναούς, τα στρατιωτικά σώματα και φυσικά τους κατοίκους της.Για την δημιουργία μιας τέτοιας αναπαράστασης θα μπορούσαν να εργαστούν πληθώρα αρχαιολόγων, ιστορικών, τεχνιτών και ξεναγών, παράγοντας πρωτότυπη και πολύτιμη επιστημονική εργασία. Ο επισκέπτης θα είχε ολοζώντανα μπροστά στα μάτια του έναν Αθηναίο ρήτορα, μια Κορινθία εταίρα, ένα Λακεδαιμόνιο οπλίτη, με την αμφίεση και την κόμμωση της εποχής. Θα έβλεπε τον ιερέα του Διονύσου να κάθεται στο κοίλο του θεάτρου∙ παγκρατιαστές αθλητές να ασκούνται∙ μια ομάδα οπλιτών να προετοιμάζονται για μάχη. Ακόμη τα κτήρια του άστεος, από τους ναούς μέχρι το μητρώο μέχρι ένα απλό εστιατόριο με τα εδέσματα της εποχής θα επανέρχονται στην ζωή, ακέραια, με τα λαμπρά τους χρώματα, ως χώροι εργασίας, λατρείας και επικοινωνίας των ανθρώπων και όχι ως μην αγγίζετε-μην φωτογραφίζετε-μουσειακά εκθέματα.
Περιττό να υπομνήσω πόση εκπαιδευτική αξία θα είχε μια τέτοια αναπαράσταση για τον επισκέπτη του καθ’ αυτόν αρχαιολογικού χώρου, ο οποίος θα μπορῄ δίπλα στο αυθεντικό μνημείο να θαυμάζῃ την αναπαράσταση, να συγκρίνῃ, να συγκινήται, να διδάσκεται. Επίσης στους μαθητές, που συχνά βαριούνται και δεν καταλαβαίνουν περί τίνος πρόκειται, η αναπαράσταση βοηθεί στην εποπτική διδασκαλία. Τέλος, ειδικά οι φοιτητές αρχαιολογίας είναι προφανές ότι θα ωφεληθούν εξαιρετικά από την μεταφορά των άψυχων σελίδων των βιβλίων τους σε ολοζώντανη πράξη.
Ο επιχειρηματίας από την άλλη μεριά έχει νομίζω εξασφαλισμένη πελατεία, που καθιστᾴ την επένδυσή του όχι απλώς βιώσιμη, αλλά και δυνητικά πολύ κερδοφόρο.
Μετά από όλα αυτά, εύλογα θα αναρωτηθῄ ο καλόπιστος αναγνώστης: «αφού είναι όλα τόσο προφανή και τόσο απλά, πού είναι το πρόβλημα;». Καλή ερώτηση.
Το πρόβλημα είναι ότι υποψιάζομαι πολύ έντονα ότι, αν βρισκόταν κάποιος χριστιανός πρόθυμος να δημιουργήσῃ μια τέτοια αναπαράσταση, κανείς δεν θα τον άφηνε. Κατά πρώτον, όσοι τυχόν θα υποστήριζαν την ιδέα θα γίνονταν αμέσως ύποπτοι ως «πληρωμένες γραφίδες» και «πράκτορες του κεφαλαίου». Οι εφημερίδες θα μιλούσαν για «αρχαιοτσινετσιττά» και «αρχαιοφιλία ποπκόρν». Οι διανοούμενοι θα κατήγγελλαν την ύβρη εκείνου που «αποτολμᾴ να ανεγείρῃ νέους Παρθενώνες». Το ΚΑΣ θα απέρριπτε μετά βδελυγμίας την δημιουργία «ψευδοαρχαιολογικής Ντίσνεϋλαντ». Και οι τοπικοί φορείς, ασφαλώς, θα εξανίσταντο εναντίον της «καταλήστευσης της πολιτιστικής κληρονομιάς από τους εμπόρους». Και όλοι, όλοι όμως, εν χορῴ, θα ζητούσαν από το Κράτος να κατασκευάσῃ Εκείνο μια αναπαράσταση, για να την βλέπουν οι ξένοι που τότε έτρωγαν βελανίδια αλακρέμ κ.λπ. κ.λπ. και να χάσκουν.