Ο θάνατος ενός αγαπημένου δικτάτορα

by

Μία από τις αγαπημένες μου συνήθειες είναι να μπαίνω στο youtube και να παρακολουθώ βιντεάκια με αγαπημένα μου τραγούδια. Δεν είχα αμφιβολία για το ότι θα μπορούσε κανείς να βρει όλων των ειδών τα μουσικά βίντεο εκεί, ομολογώ όμως ότι αν μου έλεγε κάποιος ότι το συγκεκριμένο site είναι η χαρά του λάτρη της όπερας θα τον θεωρούσα τρελό. Κι όμως, το υλικό που ανακάλυψα είναι πράγματι εντυπωσιακό. Έχοντας, λοιπόν, περάσει κάποιες ώρες στην παρέα εξαίρετων τραγουδιστών, άρχισα να διερωτώμαι γιατί οι άνθρωποι τείνουν να λατρεύουν τους μεγάλους καλλιτέχνες – πολλές φορές μάλιστα σε βαθμό υστερίας. Ο θάνατος του Luciano Pavarotti και οι σκηνές οδυρμού που ακολούθησαν με έβαλαν και πάλι σε σκέψεις – και να τι εννοώ.

Όσο κι αν φαίνεται περίεργο, το να λατρεύει κανείς τη Ρούλα Κορομηλά μου φαίνεται απείρως λογικότερο από το να νιωθει κάτι αντίστοιχο για τον Pavarotti. Κι αυτό γιατί η μέση νοικοκυρά βλέπει στη Ρούλα τον εαυτό της: αφού μπόρεσε εκείνη να γίνει διάσημη και πλούσια γιατί να μην μπορεί οποιαδήποτε γυναίκα χαμηλής μόρφωσης, αδιάφορης –επιεικώς- εμφάνισης, μηδαμινής γοητείας κοκ; Και κάπως έτσι ταυτίζεσαι και μία ιστορία πάθους ξεκινά… Ακόμα και όταν βλέπουμε το Nowitzky να πάιζει μπάσκετ, νιώθουμε ότι δικαιούμαστε να αναφωνήσουμε: «ας ήμουν κι εγώ 2.14 και με όλο το χρόνο του κόσμου για προπόνηση και θα τον είχα αυτόν να μου φέρνει τις μπάλες». Κάνουμε, φυσικά, λάθος στο 99,9% των περιπτώσεων, αλλά αυτό δεν μας εμποδίζει να διατηρούμε το δικαίωμα της ταύτισης – η τηλεόραση και ο αθλητισμός είναι επικράτειες δημοκρατικές.

Η τέχνη, όμως, είναι μία στυγνή δικτατορία – και τις δικτατορίες τις αγαπούν μόνο οι δικτάτορες και –καμμιά φορά- και όσοι τους περιστοιχίζουν. Όταν ακούει κανείς τον Pavarotti, τον Corelli, τον Del Monaco, τον Giacomini κοκ θα πρέπει, λογικά, να νιώθει δέος και, ενδεχομένως, ζήλια. Γιατί, σε αντίθεση με τη Ρούλα και τον Ντιρκ, ο Λουτσιάνο και οι συνάδελφοί του είναι από άλλο πλανήτη: κανείς μας δεν μπορεί –ούτε καν καθ’ υπερβολήν ή για πλάκα- να υποστηρίξει ότι αν είχε καλό δάσκαλο θα γινόταν ένας καταπληκτικός δραματικός τενόρος. Ακόμα και όσοι θεωρούνται μέτριοι μπροστά στους κορυφαίους κλασικούς τραγουδιστές, έχουν ταλέντο και δυνατότητες απλησίαστες για τον μέσο άνθρωπο. Κι αν την ώρα που τραγουδούν μας συνεπαίρνει η τέχνη τους, όταν σωπαίνουν τι ακριβώς είναι αυτό που μας κάνει να τους συμπαθούμε τόσο αντί να τους ζηλεύουμε για την τύχη τους;

Κι αν οι κλασικοί τραγουδιστές είναι ένα παράδειγμα μακρινό και για πολλούς ακατανόητο, δικτάτορες μπορούν να βρεθούν σε όλο το φάσμα της τέχνης – ας μείνουμε στο χώρο της μουσικής. Ένα πολύ καλό παράδειγμα είναι ο Jacques Brel. Κάποιοι ίσως πήγαιναν στις παραστάσεις του για να παρακολουθήσουν το εκκεντρικό θέαμα που συχνά προσέφερε. Σε κάθε περίπτωση, όμως, έμεναν καρφωμένοι στις θέσεις τους και τον άκουγαν να τους ειρωνεύεται με τον πλέον σκληρό τρόπο, να αμφισβητεί τον τρόπο ζωής τους, να γελάει με τις ιδεοληψίες τους – και στο τέλος τον χειροκροτούσαν θερμά! Κι αν το ταλέντο του μοναδικού αυτού τραγουδοποιού τους αφόπλιζε την ώρα της παράστασης, γιατί πήγαιναν να τον ξαναδούν και τον εκθείαζαν στους φίλους τους; Είναι δυνατόν να μην τους αντιπαθείς αυτούς τους τύπους – ακόμα κι αν τους θαυμάζεις;

Ο Luciano Pavarotti ήταν ένας άνθρωπος απίστευτα ευνοημένος από όποιον μοιράζει το ταλέντο στους ανθρώπους. Αυτό έχει, νομίζω, μεγαλύτερη αξία όταν προέρχεται από έναν άνθρωπο που δεν θα τον τοποθετούσε καν στην πρώτη πεντάδα των καλύτερων τενόρων όλων των εποχών (χωρίς, φυσικά, να υπονοώ ότι η δική μου κατάταξη είναι η «σωστή» – δηλώνω ξεκάθαρα ότι δεν είμαι «ειδικός») . Κατηγορήθηκε και επιβραβεύθηκε ταυτοχρόνως γιατί έφερε τον πολύ κόσμο πιο κοντά στην όπερα – κάτι μάλλον ανακριβές αφού όποιος ακούει με ευχαρίστηση το nessun dorma δεν μετατρέπεται αυτομάτως σε φίλο της όπερας! Είναι, όμως, αλήθεια πως προσηλύτισε περισσότερο κόσμο κι από τον Beniamino Gigli, για τον οποίο λέγεται ότι κυκλοφορούσε στο δρόμο και τραγουδούσε όποιο τραγούδι του ζητούσαν οι περαστικοί! Η φήμη που απέκτησε –ας μην ξεχνάμε ότι η φυσιογνωμία του είναι πια ευρέως αναγνωρίσιμη ως η πιο αντιπροσωπευτική φιγούρα κλασικού τραγουδιστή- του έκανε περισσότερο κακό παρά καλό. Λένε πως δεν ήταν καλός ηθοποιός – και είναι αλήθεια μόνο που δεν ήταν χειρότερος από τον Jussi Bjorling που κορδωνόταν στην σκηνή και, παρόλα αυτά, έχει περάσει στο πάνθεον των κορυφαίων τενόρων. Επιπροσθέτως, η γλυκύτητα και η εκφραστικότητα της φωνής του κάλυπτε τα εκφραστικά κενά που άφηναν η σωματική του διάπλαση και η υποκριτική του μετριότητα. Δεν ήταν εντυπωσιακός – χωρίς να έχει, φυσικά, κάποιο εμφανές πρόβλημα- όταν οι κουκίδες άρχισαν να κατεβαίνουν χαμηλά στο πεντάγραμμο, αλλά δεν μπορεί κανείς να τα έχει όλα – γι΄αυτό και μαλώνουμε για το ποιος ήταν ο καλύτερος τενόρος όλων των εποχών! Τα ελαττώματά του διογκώθηκαν και η κριτική του που του ασκήθηκε ήταν συχνά παράλογα αυστηρή. Αυτά ως επικήδειος – αλλά γιατί έκλαιγαν όλοι αυτοί οι άνθρωποι στη Μόντενα;

Έκλαιγαν, νομίζω, από άγνοια και αμηχανία: επειδή συνηθίζεται να κλαίμε τους νεκρούς και υπάρχει η άποψη ότι όσο πιο σπουδαίος ήταν ο εκλιπών στη ζωή τόσο περισσότερος θρήνος του αρμόζει. Ποιος τους είπε, όμως, ότι ο άνθρωπος που είπε «θέλω να είμαι διάσημος παντού» θα αρκείτο σε μία ήσυχη συνταξιοδότηση; Ποιος τους είπε ότι όποιος έχει αποθεωθεί στις μεγαλύτερες σκηνές του κόσμου θα κάνει κέφι να μιλάει με τους γείτονες για περασμένα μεγαλεία; Ποιος τους είπε, ακόμα, ότι κάποιος που έχει τραγουδήσει με την παροιμιώδη άνεση που εξέπεμπε πάντα αυτός ο γελαστός τύπος θα άντεχε να τραγουδάει πια μόνο στο μπάνιο; Δεν υπονοώ ότι η απάντηση σε όλα τα παραπάνω είναι ότι αυτά θα τα απέρριπτε κάποιος σαν τον Pavarotti, παρά μόνο ότι εμείς δεν μπορούμε να το ξέρουμε. Εγώ, λοιπόν, λυπήθηκα, όπως λυπούμαστε όλοι στο άκουσμα του θανάτου ενός ανθρώπου που νιώθουμε ότι, κατά κάποιον τρόπο, ήταν γνωστός μας, αλλά δεν έπαψα στιγμή να τον ζηλεύω για τη ζωή που του προσέφερε το μοναδικό ταλέντο του. Ένα ταλέντο που του επέτρεπε να καταδυναστεύει τους μέτριους, όπως η ευφυία του Μότσαρτ στοίχειωνε τον Σαλιέρι και όπως η σιδηρά πυγμή του δικτάτορα πνίγει τους υπηκόους του. Αντί οδυρμών, λοιπόν, εγώ, παραδεχόμενος την άγνοιά μου για το πως θα πρέπει να αντιμετωπίζεται ο θάνατος ενός ξεχωριστού ανθρώπου, θα τον τιμήσω ενθυμούμενος μερικές καλές στιγμές του:

La donna e mobile (σπάνιο βίντεο από τα νιάτα του Παβ)

Nessun dorma

Vesti la giubba

Che gelida manina

Una furtiva lagrima

Celeste Aida

9 Σχόλια to “Ο θάνατος ενός αγαπημένου δικτάτορα”

  1. Ασμοδαίος Says:

    Nessun dorma… (in questo site!)

    Με άλλα λόγια, αφότου οι συνιστολόγοι πλήθυναν και ανέβασαν ρυθμούς, είναι λίγο δύσκολο να παρακολουθηθούν όλα τα κείμενα και ο εξίσου ενδιαφέρων διάλογος που ακολουθεί. Έχω την άποψη ότι κάποιου είδους μεταξύ σας συνεννόησης (ίσως και με κάποια άλλα συναφή blogs 🙂 ) θα βοηθούσε πολύ όχι μόνο εμένα, αλλά τον κάθε αναγνώστη του συνιστολογίου σας.

    Βεβαίως, δεν ξέρω αν έχω το *δικαίωμα* να παρεμβαίνω στα των συνιστολόγων. Ο κ. Hohfeld ίσως θα μπορούσε να βοηθήσει; Μάλλον όχι. Ας ακούσω καλύτερα κάποια από τις ωραίες άριες στο -Θανάση, αυτό σου έχει ξεφύγει- youtube.

  2. ο δείμος του πολίτη Says:

    Με εντυπωσίασε πολύ η παρομοίωση της ελιτίστικης (και όχι λαίκής αρέσκειας) τέχνης με τη δικτατορία. Ο ελιτισμός και το μη λαΪκό δε σημαίνει ότι είναι δικτατορικά, νομίζω.

  3. Κωνσταντίνος Says:

    Ασμοδαίε, δικό μου το σφάλμα – μου έγιναν ήδη δριμύτατες παρατηρήσεις και, φυσικά, θα συμμορφωθώ. Απλά, στην συγκεκριμένη περίπτωση δεν πρόσεξα καν ότι είχε ανέβει άλλο κείμενο. Κριτική στις επιλογές των τραγουδιών και των βίντεο ευπρόσδεκτη.

    Δείμε, η παρομοίωση αφορά την σκοπιά ημών των υπολοίπων: δηλαδή, λέω ότι όπως μας καταπιέζει ένας δικτάτορας, κάπως έτσι μας συνθλίβει και το ταλέντο και η μοναδικότητα των ξεχωριστών καλλιτεχνών – υπό την έννοια ότι εμείς δε θα χωρούσαμε ούτε κατά διάνοια σε αυτή την ελίτ.

  4. Κωνσταντίνος Says:

    Α, και κάτι άλλο, Ασμοδαίε: το τι γίνεται σε συναφή ιστολόγια δεν είναι απαραιτήτως δική μου δουλειά. Πιστός τόσο στις αντιλήψεις μου για το blogging όσο και στις διακηρύξεις του συνιστολογίου, όταν μου ζητείται ένα κείμενο το παραχωρώ χωρίς δεύτερη σκέψη ή όρους.

  5. Ασμοδαίος Says:

    @Κωνσταντίνος: Ζητώ εξαρχής συγγνώμη για οποιοδήποτε πρόβλημα προκάλεσα. Δεν ήθελα να πω ότι «είναι δική σου δουλειά το τι γίνεται σε συναφή ιστολόγια». Απλώς, ότι θα ήταν θετικό κατ’ εμέ αν υπήρχε κάποιου είδους συνεννόηση για να μην εμφανίζονται την ίδια χρονική στιγμή πολλά ιδιαίτερα ενδιαφέροντα post και δεν γίνεται, έτσι, εύκολο -για μένα, τουλάχιστο- να παρακολουθηθούν όλα.

    Πάντως, παρατηρώ ότι τα δύο τελευταία posts του συνιστολογίου, δίχως να έχει υπάρξει συνεννόηση ή κάποιος κεντρικός προγραμματισμός, συνυφαίνονται μεταξύ τους. Είναι ομόθεμα (ασχολούνται με μεγάλους καλλιτέχνες) και διαπνέονται από την ίδια τάση θαυμασμού και α-πορίας απέναντι στο μεγαλείο κάποιων ανθρώπων.

    Όσον αφορά τα άσματα (δηλώνω ότι δε γνωρίζω και πολλά): Θα μου άρεσε πολύ το Ave Maria (αγαπημένο -όχι λόγω περιεχομένου- κομμάτι), το E lucevan le stelle και μία άλλη ερμηνεία του La Donna e mobile. De gustibus, tamen, non disputandum est.

  6. Κωνσταντίνος Says:

    Φίλε Ασμοδαίε, δεν προκάλεσες κανένα απολύτως πρόβλημα – πολύ παρεξηγιάρηδες γίναμε όλοι σε αυτό το μπλογκ! Είχες απόλυτο δίκιο στο σχόλιό σου και επαναλαμβάνω ότι εγώ δεν πρόσεξα ότι είχε μόλις ανεβεί άλλο κείμενο και, συνεπώς, η ευθύνη είναι δική μου. Απλά, διευκρίνησα ότι η αναδημοσίευση των κειμένων μας σε άλλα μπλογκ είναι ελεύθερη – αν και από το συγκεκριμένο μπλογκ στο οποίο αντιλαμβάνομαι ότι αναφέρεσαι με ρώτησαν και απάντησα θετικά. Κατά τα λοιπά, μέχρι ενός σημείου έχεις και από αισθητικής άποψης δίκιο – γιατί τα νέα κείμενα μπαίνουν στην κορυφή και αυτομάτως «σπρώχνουν» προς τα κάτω τα παλιότερα και αυτό φαίνεται κάπως άσχημα. Ελπίζω, όμως, ότι όσοι μας τιμούν με τις επισκέψεις τους, δε διαβάζουν μόνο την προμετωπίδα του συνιστολογίου αλλά μπαίνουν και μέσα στο μαγαζί! Η παρατήρησή σου ήταν ειλικρινά πολύτιμη για εμάς και σε παρακαλώ να μη διστάζεις να κάνεις τα σχόλιά σου όποτε το κρίνεις απαραίτητο. Στο κάτω-κάτω όλοι μαζί γράφουμε εδώ – απλά κάποιοι πρέπει να ξεκινούν την κουβέντα. Το Συνιστολόγιο ανήκει στο λαό του!

    Επί των ασμάτων: το Ave με νυστάζει και γι’ αυτό το απέφυγα, το E lucevan le stelle ήταν ασυγχώρητη παράλειψη και επανορθώνω αμέσως ( http://www.youtube.com/watch?v=4mX7ugJ5NM8 ) και στο Rigoletto έχουμε διαφορετικό γούστο. Είναι κακός ο ήχος βέβαια, αλλά βρίσκω την συγκεκριμένη ερμηνεία ενδεικτική της δύναμης και της εξωφρενικής άρθρωσης που συνδύαζε ο Λούτσυ στην ακμή του. Αν και o αγαπημένος μου Δούκας είναι εδώ ( http://www.youtube.com/watch?v=qhVgUFiCJnQ ).

    ΥΓ: Εγώ τα λέω για τον κεντρικό σχεδιασμό, αλλά ποιος θα πείσει την ελευθεριακή και τη λαϊκή δεξιά πτέρυγα του Συνιστολογίου;

  7. Ασμοδαίος Says:

    Φίλε Κωνσταντίνε, συμφωνώντας με τα υπόλοιπα, θα διαφωνήσω ως προς κάτι: το Συνιστολόγιο ανήκει στους Συνιστολόγους!
    (κοπυράιτ: http://www.youtube.com/watch?v=fHpLUeS_Jrs )

    Πολύ ωραίος ο δούκας που έδωσες!

    Για άλλον εξαίρετο, ασχολούμενο με το ζήτημα, ιστολόγο πήγαινε η σπόντα περί κεντρικού προγραμματισμού, αλλά ένας-ένας αποκαλύπτεσθε οι ομοδαποί (sic) σοσιαλισταί! ΛΟΛ!

  8. Αθανάσιος Αναγνωστόπουλος Says:

    Ε όχι και ελευθεριακός ο ΚΤ βρε παιδί μου! :-))

  9. nikos Says:

    Νομίζω η καριέρα του και ο κόσμος μίλησε κωσταντίνε κομπλεξικέ,,,που παρατήρησες κιόλας ότι δεν ήταν εντυπωσιακός όταν οι κουκίδες άρχισαν να κατεβαίνουν χαμηλά στο πεντάγραμμο,,ηλίθιε είρωνα,,,,άσχετο βόδι,,,,σου συνιστώ να πας σε ωριλά και οφθαλμίατρο,,,

Σχολιάστε